Η Ελένη Δικαίου είναι μια συνετή και σταθερή παρουσία στον χώρο της λογοτεχνίας για παιδιά και εφήβους.
Συνετή με την έννοια πως πολύ προσεχτικά επιλέγει τα θέματα που συγγραφικά θα διαχειριστεί, έτσι ώστε να μπορεί να καλύπτει από ζητήματα κοινωνικής ενσωμάτωσης των νέων έως σύγχρονους φωτισμούς προσώπων της ιστορίας και της μυθολογίας.
Το οικονομικό θέμα παραμένει ως βασικός καμβάς. Πάνω του θα προβληθούν άλλα ζητήματα, όπως αυτό του χάσματος των γενεών, των συχνά τραγικών επιβολών της μόδας, των αδιέξοδων ερωτικών σχέσεων, της εκτός γάμου και σε πολύ νεαρά ηλικία εγκυμοσύνης και τελικά της ελευθερίας να παίρνεις μόνος σου τις αποφάσεις που θα αλλάξουν τη ζωή σου.
Σταθερή, δε, γιατί καταφέρνει πάντα να παρασύρει τους αναγνώστες της με μια γραφή που από τη μια διαθέτει τη διάθεση να προβάλει το καινούριο και από την άλλη αναγνωρίζει την αξία της παράδοσης.
Με άλλα λόγια ειπωμένο – η Ελένη Δικαίου είναι η τελευταία χρονολογικά (μιας και εμφανίζεται το 1991) εκπρόσωπος των συγγραφέων εκείνων που –στην πλειοψηφία τους– από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 ως τα μέσα της δεκαετίας του ’80 ανανέωσαν τη λογοτεχνία για παιδιά και εφήβους.
Από εκείνους τους συγγραφείς –που κάποιοι εξακολουθούν βιολογικά και συγγραφικά να υπάρχουν– όσοι έχουν εδραιώσει μια σημαντική θέση σε μια ιστορία της λογοτεχνίας για παιδιά και για νέους είναι εκείνοι που έδωσαν έργα χωρίς τις στρεβλώσεις μιας αυτολογοκρισίας του παρελθόντος. Όπως επίσης και γιατί έγραψαν –και κάποιοι από αυτούς συνεχίζουν να γράφουν– κείμενα, μυθιστορήματα κυρίως, που αναπτύσσουν με το εύρος μιας πολυεπίπεδης σύνθεσης σύγχρονους προβληματισμούς, ενώ καταφεύγουν σε ανανεωμένες τεχνικές αφήγησης.
Θεωρώ πως τον τελευταίο καιρό, ενώ έχει εξαπλωθεί η συγγραφή και έκδοση βιβλίων για αναγνώστες μικρών ηλικιών με λίγες σελίδες και ένα πολύ συγκεκριμένο κάθε φορά θέμα, παράλληλα –ως μια αυθόρμητη συγγραφική αντίδραση στη θεματολογική περιχαράκωση;– γράφονται πολυσέλιδα μυθιστορήματα για έφηβους (και όχι μόνο) αναγνώστες που ξεκινούν από μια θεματική αφετηρία και πολύ γρήγορα απλώνονται σε άλλα θέματα –ψυχολογικά, κοινωνικά κλπ.
Η Δικαίου και στο παρελθόν έχει δείξει πως μια τέτοια μυθιστορηματική επεξεργασία την ενδιαφέρει (πχ. με το Οι θεοί δεν πεθαίνουν στην Πέλλα φώτισε τις κρυφές πτυχές ενός διαχρονικού εθνικού ειδώλου, ενώ με το Μου μαθαίνετε να χαμογελάω, σας παρακαλώ εισήλθε με ειλικρίνεια στο κρυφό αδιέξοδο μιας έφηβης).
Η οικονομική κρίση και το πώς αυτή έχει αλλάξει τις διαπροσωπικές σχέσεις είναι ένα ακόμα ζήτημα που η Ελένη Δικαίου σκέφτηκε να μην το αγνοήσει.
Με το Ο άνεμος στα μαλλιά της θέλησε να το δει έτσι όπως το βιώνει η νέα γενιά.
Και το ίδιο θέμα δείχνει πως ενεργοποίησε και την απόφασή της να γράψει το τελευταίο της τούτο μυθιστόρημα. Μόνο που τώρα το οικονομικό θέμα παραμένει ως βασικός καμβάς. Πάνω του θα προβληθούν άλλα ζητήματα, όπως αυτό του χάσματος των γενεών, των συχνά τραγικών επιβολών της μόδας, των αδιέξοδων ερωτικών σχέσεων, της εκτός γάμου και σε πολύ νεαρά ηλικία εγκυμοσύνης και τελικά της ελευθερίας να παίρνεις μόνος σου τις αποφάσεις που θα αλλάξουν τη ζωή σου.
Συνετή χαρακτήρισα τη συγγραφική ταυτότητα της Δικαίου. Ο τρόπος που υλοποιήθηκε αυτό το μυθιστόρημα το αποδεικνύει.
Στρωτή η δομή – από το χτες στο αύριο. Με μια νότα σύγχρονης τεχνικής, καθώς η τριτοπρόσωπη αφήγηση εναλλάσσεται με την πρωτοπρόσωπη.
Παράλληλα επιχειρείται η χρησιμοποίηση προφορικών εκφράσεων της νεολαίας: «“Α, τον μαλάκα! Είναι μεγάλος κόπανος τελικά!” Η Σμαράγδα έμοιαζε αληθινά θυμωμένη. “Κόπανος και γαϊδούρι μαζί!” συνέχισε». (σελ. 150)
Μα επίσης χρησιμοποιούνται και άλλες εκφράσεις – περισσότερο αυτές λογοτεχνικές: «Έμοιαζε να θέλει όσο τίποτε να μείνουμε μόνοι οι δυο μας εκεί στο βουνό, στο σπίτι τους μέσα στα έλατα, σ’ εκείνο το δωμάτιο το ντυμένο με ξύλο πεύκου που έβλεπε στη χιονισμένη πλευρά». (σελ. 255)
Ομολογώ πως δεν είμαι οπαδός (τόσο ο ίδιος ως συγγραφέας, όσο και ως αναγνώστης) των «λαϊκών» εκφράσεων του συρμού. Εύκολες λύσεις τις θεωρώ.
Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορώ να αναγνωρίσω το τέχνασμα της Δικαίου. Η χρήση του «λαϊκού» σε τριτοπρόσωπες αφηγήσεις τονίζει το ποιόν του περίγυρου, που θα επιχειρήσει να πληγώσει τον πλέον ευαίσθητο εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας έτσι όπως αυτός περιγράφεται από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση.
Αν και έργο που έχει μια κεντρική ηρωίδα, εντούτοις το χαρακτηρίζω ως πολυπρόσωπο. Παππούδες και γιαγιάδες, πατεράδες και μάνες, αδέλφια, συμμαθητές από το δημοτικό ως το λύκειο, οικογενειακές σχέσεις , σύντροφοι ερωτικοί και φίλοι περιστασιακοί ή σταθεροί. – όλοι έχουν λόγο ύπαρξης και αποτύπωμα παρέμβασης.
Ο τόπος –ο Πειραιάς κυρίως– υπάρχει για να βοηθά στην αισθητική μιας αφήγησης που θέλει την υποστήριξη της εικόνας. Και οι διάλογοι εμφανίζονται πολύ συχνά, βοηθώντας έτσι και ένα πλατύτερο και όχι και τόσο λογοτεχνικά ενημερωμένο κοινό να ολοκληρώσει την ανάγνωση των 320 περίπου σελίδων.
Καθαρό μυθιστόρημα για νέους – ναι, η Ελένη Δικαίου για μία ακόμα φορά (και σταθερά) δείχνει πως ξέρει πολύ καλά να συνομιλεί με τους εφήβους.
Να είναι (με σύνεση) τολμηρή χωρίς να προκαλεί.
Να επαναστατεί, με άλλα λόγια, χωρίς να προσβάλει το Ήθος – τόσο των άλλων, όσο και το δικό της.
Μάνος Κοντολέων
Συγγραφέας -Κριτικός
DIASTIXO 06 Νοεμβρίου 2017